Η μάχη της Οξύνειας (11-2-1943)

Το ιταλικό τάγμα που ήταν στην Καλαμπάκα και στο Μουργκάνι, έδωσε διαταγή στα χωριά να τους πηγαίνουν σφάγια. Και ανάγκη είχαν και ίσως να ήθελαν να δοκιμάσουν αν πειθαρχούν ή όχι. Ο Ζαραλής, όμως, που ήταν στην Οξύνεια, δεν επέτρεψε να πηγαίνει κανένα χωριό σφάγια47. Τότε ένα τάγμα ιταλικού στρατού, περίπου διακόσιοι άνδρες, ξεκινάει από την Καλαμπάκα για την Οξύνεια, για τιμωρία για την άρνηση και να δοκιμάσει και τις αντάρτικες δυνάμεις. Ο αρχηγός της ανταρτικής ομάδας Ζαραλής ειδοποιεί στα χωριά να στείλουν από μια ομάδα με ό,τι μπορούσαν να έχουν, για να αντιμετωπίσουν το ιταλικό τάγμα. Πήγαμε και εμείς από το χωριό μας, περίπου δεκαπέντε νέοι, με ό,τι όπλο μπορούσε ο καθένας να εξοικονομήσει και με μόνο πεντ'-έξι σφαίρες, γιατί τα όπλα δεν ήταν όλα του ιδίου τύπου μαλιχέρ, μαουζέρ κ.ά.

Στις 9 Φεβρουαρίου 1943 συγκεντρωθήκαμε στο Αγιόφυλλο48 από πολλά χωριά, περίπου 150-200 άνδρες, αλλά ανοργάνωτο ασκέρι. Το βράδυ αυτό ξημερώσαμε σε σπίτια καταλύματα. Ξημέρωσε 10 Φεβρουαρίου, εορτή του Αγίου Χαραλάμπους. Ο ιερεύς του χωριού Παπαθανάσης Πούλιας χτύπησε την καμπάνα και πολλοί από εμάς τους ενόπλους πήγαμε με τα όπλα στην εκκλησία. Κατά ώρα εννιά το πρωί, στα μέσα της Θείας Λειτουργίας, άρχισαν ψιθυρισμοί μέσα στην εκκλησία να βγούμε όλοι έξω. Τι συμβαίνει; Ιταλοί έρχονται. Αφού βγήκαμε έξω και μπήκαμε στη γραμμή, ο αρχηγός της αντάρτικης ομάδας Ν. Ζαραλής μάς ανακοίνωσε ότι ένα τάγμα ιταλικού στρατού με 250 άνδρες βγήκαν στην Οξύνεια προς τιμωρίαν, γιατί δεν τους πήγαν τα σφάγια. Τώρα εμείς Θα πρέπει να τους πολεμήσομε. Θα τους στήσουμε καρτέρι και Θα τους χτυπήσουμε. «Μη φοβάσθε, γιατί δεν έχομε καλά όπλα και πυρομαχικά. Θα πάρουμε τα δικά τους».

Ξεκινήσαμε από το Αγιόφυλλο, και ώρα δώδεκα το μεσημέρι φθάσαμε νοτιοανατολικώς του χωριού, στις γκρεμίνες49και είδαμε ότι πράγματι μέσα στο χωριό ήταν ιταλικός στρατός. Χωρίσαμε σε ομάδες και πιάσαμε κάθε ομάδα και μία Θέση, κατά μήκος του ποταμού Ρεντιμπέρου50μέχρι το 18ο χιλιόμετρο51με πολύ ακατάλληλο οπλισμό. Το λέω αυτό διότι εγώ είχα ένα λέμπελ κοντεμένο με μόνο πέντε σφαίρες. Περιμέναμε εκεί μέχρι το βράδυ. Νύχτωσε. Οι Ιταλοί δεν έδειξαν κινήσεις για να φύγουν. ‘Εκαναν λεηλασίες φαγοπότια και γλέντια μέσα στην Οξύνεια. ‘Ολην τη νύχτα μάς βασάνιζε n πείνα, το κρύο και n αγωνία. Το βράδυ αυτό, όμως, επωφεληθήκαμε να οργανώσουμε καλύτερα τις θέσεις μας. Λίγες ομάδες έμειναν ανατολικώς του Ρεντιμπέρου, οι άλλες έπιασαν δυτικώς προς την Καλαμάντζια. Μπροστά που ήταν το ανάχωμα52, έπιασαν οι δύο ομάδες των ανταρτών με δύο οπλοπολυβόλα. Τα σχέδια αυτά δεν πρέπει να ήταν του Ζαραλή που ήταν άπειρος, αλλά άλλοι κάναν αυτά τα σχέδια, γιατί εκεί ήταν ο ανθυπολοχαγός Αρ. Μπλούτσος, ο ιερεύς του Αγιόφυλλου παπα-θανάσης Πούλιας, ο ιερεύς της Οξύνειας παπα-Χρήστος Μπατζογιάννης, ο ανθυπολοχαγός Λάζαρος Βόκας από τις Σπαθάδες [Τζαβέλας] και άλλοι.

Ξημέρωσε 11 Φεβρουαρίου. Οι Ιταλοί ετοιμάζονται να αναχωρήσουν. Δεν γνωρίζομε αν είχαν καταλάβει την ενέδρα. Διότι αν εγνώριζαν, καλώς, Θα έπρεπε να παρακάμψουν ή από δεξιότερα ή αριστερότερα. Ως φαίνεται μόνο υποψιάστηκαν. Αν καλώς ήξεραν, τότε ήταν ανόητοι ή ήταν όλοι μεθυσμένοι. Ώρα τρεις το απόγευμα οι Ιταλοί ξεκινούν το δρόμο προς την Καλαμπάκα. Φεύγοντας έβαλαν φωτιά σε τρία-τέσσερα σπίτια, πήραν και πολλά λάφυρα. Μαζέψανε πολίτες και βάλανε μπροστά, φαίνεται κάποια υποψία είχαν. Τους βάλανε μπροστά, ώστε, εάν ρίξουν οι αντάρτες, να χτυπήσουν τους πολίτες και να πάρουν αυτοί τα μέτρα. Το σύνθημα ήταν να μην πυροβολήσει κανείς, αν δεν ρίξουν πρώτοι οι αντάρτες που ήταν στο ανάχωμα και στο σταθμό. Την ώρα, όμως, που πλησίασαν οι Ιταλοί στο ανάχωμα, αντί να πυροβολήσουν οι αντάρτες, άφησαν τις θέσεις που είχαν πέτρες μαζεμένες και τραβήχτηκαν 50 μέτρα περίπου πιο κάτω, μέσα στα παλιούρια53. Δεν γνωρίζω αν αυτό ήταν μελετημένο ή εκείνη την ώρα το αποφάσισαν. Βλέποντας εμείς ότι οι Ιταλοί πλησίασαν και οι αντάρτες έφυγαν από τις θέσεις τους, νομίσαμε ότι φοβήθηκαν ή μετάνιωσαν. Περιμέναμε τότε με πολλή αγωνία τι θα γίνει. ‘Όταν έφθασε n εμπροσθοφυλακή των Ιταλών στο ανάχωμα και είδαν τις θέσεις [μάχης κενές] νόμισαν πως οι αντάρτες φοβήθηκαν και έφυγαν. Οι Ιταλοί χαρούμενοι ότι δεν έχουν καμιά υποψία να φοβούνται, μαζεύτηκαν πολλοί εκεί στο ανάχωμα χωρίς καμιά προφύλαξη και χωρίς να υποψιαστούν ότι μπροστά τους στέκονται τα πολυβόλα έτοιμα. Το πυρ άνοιξε, οι Ιταλοί ξαφνιάστηκαν και καθώς ήταν μαζεμένοι έπεσαν νεκροί και τραυματίαι. [Τότε τα 2 πολυβόλα των ανταρτών ένα που ήταν μπροστά τους και το άλλο που ήταν στο σταθμό τους θέρισαν...]. Τα πυρά χτυπούσαν και από τις δύο πλευρές. Άνοιξαν πυρ και οι Ιταλοί. Ένα ιταλικό πολυβόλο χτυπούσε προς το ανατολικό μέρος του Ρεντιμπέρου. Έριχνε και ένας βαρύς όλμος που ήταν στημένος πιο κάτω από τον Άγιο Νεκτάριο [Σημερινή ονομασία. Τότε η περιοχήλέγονταν Ιτιά]. Οι ομάδες που ήταν στις Γκρεμίνες, δεν μπορούσαν να τους βάλουν, αλλά από την Καλαμάντζια τους σφυροκοπούσαν. Σωστή κόλαση. Μια διμοιρία Ιταλών βγήκε προς τα ανατολικά υψώματα [γκρεμίνες]. Και οι ομάδες που βρισκόταν προς το μέρος αυτό, αναγκάστηκαν να συμπτυχθούν προς ανατολάς, προς τον Ξηροπόταμο54φοβούμενοι από κύκλωμα. Άρχισε να νυχτώνει.

H ομάδα των ανταρτών μαζί με άλλες ομάδες που βρισκόταν προς το μέρος αυτό, επετέθηκαν μέσα στους Ιταλούς με άγριες φωνές.  Αυτοί τρομαγμένοι άρχισαν να παραδίνονται. Εκεί εφονεύθησαν πολλοί Ιταλοί εν ψυχρώ από ορισμένους Οξυνειώτες που ήταν ψυχραμένοι από τις λεηλασίες που τους κάναν και τους κάψανε και τα σπίτια τους. Αυτό είναι κατακριτέον, εφόσον είχαν παραδοθεί. Από τον Άγιο Νεκτάριο έως το ανάχωμα είχε γεμίσει από νεκρούς Ιταλούς και ζώα που είχαν μαζί τους. Το αποτέλεσμα της μάχης ήταν να φονευθούν εκατό περίπου Ιταλοί55και πέντε μόνο, απ’ όσο Θυμάμαι56από τους αντάρτες, τρεις ήταν από τους μόνιμους αντάρτες. Ένας λεγόμενος Τσιολιάς που και το μέρος57που φονεύθηκε πήρε την ονομασία στον «Τσιολιά». Ήταν από την Αγία Τριάδα58«Τραχανιώτη». 0 Αθανάσιος Παπαδήμας από το Αγιόφυλλο και ο Αθανάσιος Βλάχος από την Αγναντιά. Και δύο από τις ομάδες, ο Ζήσης Δήμος από τις Σταγιάδες και ο Ιωάννης Λάμπρου από την Οξύνεια. Συνελήφθησαν και εκατόν είκοσι περίπου αιχμάλωτοι Ιταλοί και μετεφέρθησαν τη νύχτα στην Αγναντιά. Λέγεται ότι μόνο πεντ’-έξι περίπου Ιταλοί κατόρθωσαν να ξεφύγουν και να πηγαίνουν το μήνυμα στην Καλαμπάκα. Τόσο τρομοκρατήθηκαν, που n διμοιρία που είχε βγει στα ανατολικά υψώματα προς τις γκρεμίνες, καίτοι n μάχη τελείωσε και αυτοί έμειναν ανενόχλητοι, όλην τη νύχτα, είχαν την ευκαιρία να φύγουν για την Καλαμπάκα και δεν τόλμησαν. Το πρωί που πήγαμε στο πεδίον της μάχης αυτοί ήταν εκεί και παραδόθηκαν χωρίς αντίσταση.

Την άλλη μέρα, 12 Φεβρουαρίου, οι αιχμάλωτοι Ιταλοί ήταν κλεισμένοι μέσα στο σχολείο. Πολλοί από αυτούς ήταν τραυματισμένοι. Αυτήν την ημέρα οι αντάρτες έκαναν έκτακτο ανταρτοδικείον και δίκασαν εις θάνατον 3 μέλη [άτομα]. Τους Βασίλειον Παπαφιλίππου από την Καλαμπάκα, διότι τον εγνώρισαν [αναγνώρισαν] μέσα στους αιχμαλώτους με στρατιωτική ιταλική στολή ως προδότην, τον αγροφύλακα του  Καστρακίου, Αθανάσιο Κορομπλίτσα, που τον είχαν πάρει μαζί τους οι Ιταλοί συνοδό, και αυτόν ως προδότην, και τον Κων/νον Λερίτη [Λυρίτση] από την Οξύνειαν πως δήθεν αυτός τους πρόδωσε. Αν αυτό ήταν σωστό, τότε οι Ιταλοί γιατί δεν πήραν τα μέτρα και έπεσαν στην ενέδρα; Ο Θεός το ξέρει. Αλλά το συμπέρασμα βγαίνει ότι ήταν αθώος. Αυτό έγινε και για τρομοκρατία περισσότερο, γιατί τους φόνευσαν εν ψυχρώ. Τους τυράννησαν γυμνούς, μπροστά στα μάτια όλων των ανθρώπων τους έσπασαν τα χέρια. Γυμνοί έτρεμαν δεμένοι μπροστά στο σχολείο. Ποιος τολμούσε τότε να επέμβει; Μεγάλη τρομοκρατία. Μεθυσμένοι και από την επιτυχία της μάχης. Τους πήραν μαζί τους και οι δύο βρέθηκαν νεκροί στην Τζιαρούνα59γιατί δεν άντεξαν άλλο και ο Λυρίτσης βρέθηκε νεκρός στο Διάκο Γρεβενών. Οι αντάρτες από την μάχη αυτή πήραν και πολύ πολεμικό υλικό που είχαν άμεση ανάγκη.

Το βράδυ στις 12 Φεβρουαρίου που οι αντάρτες ευρίσκοντο στην Αγναντιά που ήταν και οι Ιταλοί αιχμάλωτοι, σκεπτόμενοι πως και οι Ιταλοί από την Καλαμπάκα, όταν μάθουν την φοβερή αυτή καταστροφή, δεν θα μείνουν αδιάφοροι, έστειλαν στην Οξύνεια δύο συνδέσμους να παρακολουθήσουν τυχόν κινήσεις από την Καλαμπάκα. Και πράγματι πριν ακόμη νυχτώσει, είδαν τα παρατηρητήρια από την Οξύνεια δυνάμεις ιταλικού στρατού είχαν βγει στο Παλαιόκαστρο61, έναντι 18ου χιλιομέτρου, μην γνωρίζοντας τας προθέσεις των. Κατά την εντολήν των ανταρτών, άμα αντιληφθούν κινήσεις ιταλικού στρατού και είναι νύχτα, να ρίξουν 3 φλογοβόλες σφαίρες, να λάβουν γνώση οι αντάρτες διά να πάρουν τα μέτρα τους. Και ώραν 9 μ.μ. περίπου, από το ύψωμα Οξύνειας «Καλόγερος»62φάνηκαν οι τρεις φλογοβόλες σφαίρες που σήμαιναν την κίνηση των ιταλικών στρατευμάτων. [Έμφοβοι οι αντάρτες φεύγουν νύχτα από την Αγναντιά προς Διάκο, να αποφύγουν την αναμέτρηση με τους Ιταλούς. Βλέποντας, όμως, και οι Ιταλοί το σύνθημα των ανταρτών, έμφοβοι και αυτοί, φεύ­γουν προς Καλαμπάκα νομίζοντας ότι οι αντάρτες θα τους χτυπήσουν και αυτούς]. Η ομάδα των ανταρτών φεύγοντας προς το χωριό Διάκο Γρεβενών πήραν μαζί τους και τους τρεις καταδικασθέντες που εθεώρησαν κατά την γνώμη τους προδότες, αφού τους είχαν καταντήσει σε άθλια κατάσταση και τους άφησαν νεκρούς στην Τζιαρούνα [και τοΔιάκο], όπως και παραπάνω αναφέραμε. Φαίνεται δεν είχαν περισσότερη αντοχή. Έδωσαν δε εντολή στον Χρήστο Ντόντολα και τον Δημήτριο Κοντογιάννη, άμα ξημέρωνε, να πάρουν τους αιχμαλώτους Ιταλούς και να τους οδηγήσουν προς την Καλαμπάκα, όπως και έγινε. Τους πήγαν μέχρι το Μουργκάνι63.

Οι κάτοικοι του χωριού, αφού είδαν τους αντάρτες να φεύγουν, φοβόντας [φοβούμενοι] την αναμέτρηση με τους Ιταλούς, και με την ιδέα ότι, αφού ήλθαν στην Οξύνεια, Θα έλθουν και στην Αγναντιά, έπρεπε να εγκαταλείψουν το χωριό και να βρουν κρησφύγετα. Πού να πηγαίνουν; Χειμώνας. Είχε και λίγο χιόνι. Τι να πάρουν μαζί τους; Πράγματα αναγκαία, μικρά παιδιά, γέρους, ανίκανους ασθενείς; Και πού να πηγαίνουν; "Ωρα 10 μ.μ., σκοτεινή νύχτα, χιόνι λάσπες, κακό. "Ωρα για σκέψη δεν υπήρχε. 0 καθένας με δική του πρωτοβουλία ξεκινούσε να πηγαίνει, όπου νόμιζε ότι Θα μπορούσε να κρυφτεί. Οι δρόμοι γέμισαν ανθρώπους και ζώα φορτωμένα με λίγα ρούχα και λίγο αλεύρι και ό,τι άλλο μπορούσαν. Και τα μικρά παιδιά, άλλα στα ζώα και άλλα στην αγκαλιά. Κλάματα κακό. Έχανε n μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα. Αυτήν n νύχτα ήταν τρομακτική. Προς το ανατολικό μέρος του χωριού κατευθύνθηκαν οι περισσότεροι. Διότι προς τα κάτω [νότια] φοβόμασταν από τους Ιταλούς. Προς την Γκόλνα64είχε περισσότερο χιόνι. Προσπαθούσε ο καθένας να βρει μια καλύβα, να μπορέσει να στεγάσει τα κρυωμένα του παιδιά.Ωσα μαντριά ήταν, γέμισαν μαζί με τα πρόβατα και ανθρώπους.

Το πρωί έβλεπε κανείς τα κακά της νύχτας. Πράγματα στους δρόμους, όπως έπεφταν από τα ζώα. Ένα ζώο δικό μας έπεσε σε μια χαράδρα και γέμισε ο τόπος από το αλεύρι που χύθηκε. [Καβάλα, στο σαμάρι, ήταν ο Κωστάκης –κουνιάδος μου – μικρά παιδί και ίσα-ίσα που τον πρόλαβε η Ανδρομάχη και τον άρπαξε πριν πέσει στο γκρεμό. Το ζώο πάντως σώθηκε]. Το χωριό ως το πρωί ερημώθηκε. Όλοι περιμέναμε την επιδρομή των Ιταλών. 0 φόβος είναι μοιρασμένος.

Το βράδυ αυτό που n δύναμις των Ιταλών βγήκε στο Παλαιόκαστρο, όπως αναφέραμε και παραπάνω, πήγαν και ως το πεδίον της μάχης και αφού είδαν τους νεκρούς και τη μεγάλη καταστροφή, φαίνεται, κατελήφθησαν από φόβο. Βλέποντας και τις τρεις φλογοβόλες σφαίρες που ήταν το σύνθημα, όπως αναφέραμε και παραπάνω, νόμισαν πως το σύνθημα είναι να συμπτυχθούν οι αντάρτες για να τους χτυπήσουν, γνωρίζοντας ότι είχαν και αρκετό πολεμικό υλικό. Έφυγαν τη νύχτα για την Καλαμπάκα ατάκτως. Το λέγω αυτό, γιατί εγκατέλειψαν και πολλά πράγματα φεύγοντας.

Αφού την άλλη μέρα πληροφορηθήκαμε ότι οι Ιταλοί έφυγαν, γύρισαν και οι αντάρτες στην Αγναντιά. Τα πτώματα των πεσόντων Ιταλών στη μάχη βρίσκονταν άταφα. Θεωρήσαμε αυτό απάνθρωπο και επικίνδυνο και δέκα άτομα πήραμε την πρωτοβουλία και το θάρρος να τους θάψαμε έστω και πρόχειρα, αφού βγάλαμε μπροστά παρατηρητήριο, μην τυχόν έλθουν οι Ιταλοί και μας πιάσουν. Δεν καταφέραμε και πολλά πράγματα.

Μετά από λίγες ημέρες, αφού οργανώθηκε μεγάλη δύναμις ιταλικού στρατού, ξεκίνησαν με σκοπό να καταστρέψουν όλα τα χωριά. Αεροπλάνα βομβάρδισαν στα χωριά που ήταν άδεια. 0 στρατός έφτασε στην Οξύνεια και την έκαψε και το Αγιόφυλλο και όσα χωριά ήταν κοντά στο δρόμο. Σε χωριά που ήταν παράμερα του δημόσιου δρόμου όπως Αγναντιά, Σταγιάδες, Κακοπλεύρι κ.ά. δεν τόλμησαν. Κατά την επιδρομή φόνευσαν και άτομα που βρήκαν από την Οξύνεια ως το Αγιόφυλλο. Φεύγοντας για την Καλαμπάκα μετά την επιδρομή, πήραν και τα πτώματα των φονευθέντων που εμείς πρόχειρα είχαμε θάψει. Τα έθαψαν σε χωριστό νεκροταφείον στα Τρίκαλα και μετά τον πόλεμο πήραν τα οστά στην Ιταλία.

Μετά από την μεγάλη επιδρομή των Ιταλών οι κάτοικοι των χωριών δεν τολμούσαν να γυρίσουν πίσω στα σπίτια των, διότι φοβόταν άξαφνη επιδρομή. Αεροπλάνα βομβάρδιζαν τα χωριά επί πολλές ημέρες. Πολλές φορές φεύγανε και από τα μαντριά οι οικογένειες, μην τυχόν έλθουν τη νύχτα και πήγαιναν στο δάσος σε κρυφά μέρη.

Πώς να περιγράψει κανείς αυτή τη μεγάλη δυστυχία. Γέροι, μικρά παιδιά, ασθενείς μέσα στο κρύο, πεινασμένοι, άπλυτοι ψειριασμένοι, ξυπόλυτοι και ρακένδυτοι. Και μόνον αυτά; Έπρεπε να υπηρετούμε και τους αντάρτες σε τρόφιμα, παρατηρητήρια, σύνδεσμοι κ.ά. Όπλα είχαν, δεν χωρούσε άρνηση. Αυτά εν περιλήψει για τη μάχη της Οξύ­νειας. Ένα μήνα κάναμε τότε στο δάσος και γυρίσαμε στα σπίτια, που και πάλι φεύγαμε όταν υπήρχε φόβος, αλλά είχαμε συνηθίσει.

Εδώ με πικρία θα ήθελα να σημειώσω μια πικρή αλήθεια. Πώς δοξάστηκαν αυτοί που πολέμησαν στη μάχη της Οξύνειας, ο Αριστεί­δης Μπλούτσος, ανθυπολοχαγός, αργότερα έφτιαξε εθνική ομάδα με τον Γεώργιο Παπακώστα. Εξοντώθηκε. Ευτυχώς γλύτωσε από το σκότωμα. Ο Κωνσταντίνος Δριτσέλης ο δάσκαλος, ο αδελφός του Χρήστος, ο Ιωάννης Γιαννάδας, που τους είχα μαζί μου στη μάχη της Οξύνειας, εσφάγησαν αγρίως στο Αγιόφυλλο υπό των ανταρτών. Για­τί; Ήταν προδότες; Όχι. Γιατί δεν πίστεψαν στον κομμουνισμό.

[Μετά από αυτήν την μάχη που ήταν η δεύτερη στην Ελλάδα ανταρ­τομάχη, γιατί πρώτη είχε γίνει στο Γαργοπόταμο, άρχισαν οι οργα­νώσεις].


Υποσημειώσεις

47. Τα στελέχη του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ πρωτοστατούσαν στον αγώνα για την απόκρυψη των τροφίμων από τα Κατοχικά στρατεύματα Κατοχής. (Σ.Ε.)

48. Αγιόφυλλο. Χωριό ανατολικά της Αγναντιάς με παλαιά όνομα Βελεμίστι. Βρί­σκεται πάνω στο δρόμο που από τα αρχαία χρόνια συνέδεε τη δυτική Θεσσαλία με τη Μακεδονία.

49. Περιοχή νοτιοανατολικά της Οξύνειας με πολλούς γκρεμούς-σάρες λόγω διάβρωσης.

50. Παραπόταμος του Πηνειού που αποστραγγίζει τα νερά της περιοχής της Αγνα­ντιάς και ενώνεται με τον Ίωνα, παραπόταμο του Πηνειού. στη Μύκανη.

51. Τοποθεσία της περιοχής που πήρε το όνομα από το 18ο χιλιόμετρο της σιδηροδρομικής γραμμής Καλαμπάκας – Κοζάνης που περνούσε από εκεί. Μέχρι και το σημείο αυτό n γραμμή Ήταν ολοκληρωμένη αλλά τις ράγες τις ξήλωσαν αι κατακτητές για να εκμεταλλευτούν το σίδηρο Σήμερα υπάρχει, εκτός από τη χάραξη της γραμμής, μία σιδερένια γέφυρα και τα μισογκρεμισμένα κτήρια του σιδηροδρομικού σταθμού.

52. Ανάχωμα της σιδηροδρομικής γραμμής.

53. Παλιούρια: πυκνοί αγκαθωτοί Θάμνοι.

54. Ξηροπόταμος:  Τοπωνύμιο μεταξύ Αγναντιάς και Αγιοφύλλου.

55. H γιαγιά μου διηγούνταν μια ιστορία όπως την άκουσε από την προγιαγιά της, τη Λούκου, που ήταν αυτόπτης μάρτυρας : Ο Κοσμάς ο Αιτωλός ήρθε στην Μερίτσα και έστησε τον ξύλινο Σταυρό του έξω από την εκκλησία, την Παναγία, για να μιλήσει στους κατοίκους. Εκεί που δίδασκε, είδε κάποιον να έρχεται προς τα εκεί. Και λέει: «Διώξτε αυτόν τον άνθρωπο. Είναι σκυλί λυσσιάρικο, γιατί βρίζει». Χωρίς να τον ακούσει ο πατρο-Κοσμάς κατάλαβε. Και συνεχίζοντας είπε: «Βλέπετε εκεί κάτω. Σ’ αυτά τα πλατάνια κάποτε Θα χυθεί πολύ αίμα»."Εδειχνε την περιοχή όπου έγινε n μάχη. Και κάτι άλλο. Δείχνοντας τα βουνά προς το Κακοπλεύρι είπε: «Αυτά τα βουνά Θα σώσουν ψυχές κάποια εποχή» (αφήγηση Π. Μιχαήλ Κοσβύρα).

56. Από προφορική διήγηση βεβαιώνεται ότι σκοτώθηκαν στη μάχη και οι: Κα­ραζήσης Γεώργιος από το Αγιόφυλλο και Μουλάρας Σωτήριος από την Οξύνεια.

57. Εκεί που σήμερα βρίσκεται το μνημείο της μάχης.

58. Αγία Τριάδα: χωριό της επαρχίας Καλαμπάκας.

59. Τζιαρούνα: τοπωνύμιο της Αγναντιάς, πίσω από το βουνό Τσιουμανάλτα, χα­μηλά στο ποτάμι, προς τα χωριά της Μακεδονίας Διάκο και Ανθρακιά.

60. Διάκος: χωριό βόρεια της Αγναντιάς, στο νομό Γρεβενών, που τώρα είναι εγκαταλειμμένο

61. Παλαιόκαστρο: Λόφος (υψόμ. 410 μ.) νότια του χωριού Ξηρόκαμπος όπου υπάρχουν λείψανα αρχαίου κάστρου, ίσως φρυκτωρίας.

62. Καλόγερος: ύψωμα (υψομ. 680 μ.) ανάμεσα στην Οξύνεια και την Αγναντιά.

63. Μουργκάνι: Περιοχή - οδικός κόμβος. Εκεί χωρίζει ο δρόμος που έρχεται από τα Τρίκαλα για Γιάννενα και για Γρεβενά.

64. Γκόλνα: Τοπωνύμιο της Αγναντιάς βόρεια του χωριού, μέσα σε πυκνό δάσος πεύκου, ελάτης και βελανιδιάς. 

 

Ιδιαίτερα σημεία

Ευτυχώς δε ουδείς εκ των Ιταλών ομήρων έπαθεν ουδέν. Τους αιχμαλώτους υγιείς ή τραυματίας κατευθύναμεν προς το χωρίον και τους συνεκεντριωσαμεν εντός τον σχολείου, όπου τους παρεσχέθη θερμόν ρόφημα, φαγητόν και περίθαλψις υγειονομική εις τους τραυματίας χρησιμο­ποιηθέντων προς τούτο του Ιατρού και των νοσοκόμων τον τάγματος.

Ο παπάς του χωριού Πούλιος Α­θανάσιος βγάζει το πετραχήλι, φιλά ευλαβικά το Ευαγγέλιο, αφήνει το δι­σκοπότηρο, αρπάζει το ντουφέκι, κάνει την προσευχή του και τρέχει ρασοφορεμένος να προλάβει.Για τούτο οι αιχμάλωτοι Ιταλοί λέγανε: «πολλοί παπάδες παρτιζάνοι α­φού υπήρχαν και πολλοί γενειοφόροι».

Στις 11 το πρωί ο Αδαμάντιος που γνώριζε ιταλικά μίλησε στους αιχμάλωτους μαζί με το Μαχιά και τους ανακοινώθηκε πως οι Έλληνες ξέρουν και να τιμωρούν και επειδή γνωρίζουν ότι η μεγαλύτερη τιμωρία είναι να συγχω­ράς τους αντιπάλους, αυτό κάναμε και εμείς οι αντάρτες ελευθερωτές της πατρίδας μας.Την ίδια μέρα άνδρες των δεκαρχιών συνόδευσαν τους αιχμαλώτους μέχρι το Μουργκάνι για να επιστρέψουν στην Καλαμπάκα.

Επί 39 χρόνια αν έλεγες ότι συμμετείχες σε αυτή τη μάχη εθεωρείσο ότι ήσουν EAMOΒούλγαρος, ανθέλληνας και εναντίον του έθνους.

Πήγαμε και εμείς από το χωριό μας, περίπου δεκαπέντε νέοι, με ό,τι όπλο μπορούσε ο καθένας να εξοικονομήσει και με μόνο πεντ'-έξι σφαίρες, γιατί τα όπλα δεν ήταν όλα του ιδίου τύπου μαλιχέρ, μαουζέρ κ.ά.

Η ιστοσελίδα

Σχεδιαστής, κατασκευαστής και υπεύθυνος της ιστοσελίδας αυτής είναι ο ομότιμος Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών Αριστοτέλης Ράπτης

Επικοινωνία

Αριστοτέλης Ράπτης
Ν. Βαζαίου 8
Κρυονέρι
!4568 Αττική

+306977212853

telis1943@gmail.com